σταθμός

Ancient Greek

Etymology

From Proto-Hellenic *statʰmós, from Proto-Indo-European *sth₂-dʰ-mó-s, from *steh₂- (to stand).

Pronunciation

 

Noun

σταθμός • (stathmós) m (genitive σταθμοῦ); second declension

  1. standing place
  2. stall, pen, fold (for animals)
  3. shepherd's lodge
  4. post, doorpost
  5. weight for a balance

Inflection

Derived terms

  • ἀντίσταθμος (antístathmos)
  • ἄσταθμος (ástathmos)
  • βαρύσταθμος (barústathmos)
  • ἐπίσταθμος (epístathmos)
  • εὔσταθμος (eústathmos)
  • ζυγόσταθμος (zugóstathmos)
  • ἰσόσταθμος (isóstathmos)
  • κοιλόσταθμος (koilóstathmos)
  • παράσταθμος (parástathmos)
  • σταθμάω (stathmáō)
  • σταθμεία (stathmeía)
  • σταθμεύω (stathmeúō)
  • σταθμηλάται (stathmēlátai)
  • στάθμημα (státhmēma)
  • στάθμησις (státhmēsis)
  • σταθμητέα (stathmētéa)
  • σταθμητικός (stathmētikós)
  • σταθμητός (stathmētós)
  • σταθμία (stathmía)
  • σταθμίδιον (stathmídion)
  • σταθμίζω (stathmízō)
  • σταθμικός (stathmikós)
  • σταθμίον (stathmíon)
  • σταθμιστής (stathmistḗs)
  • σταθμιστί (stathmistí)
  • σταθμιστικός (stathmistikós)
  • σταθμίτας (stathmítas)
  • σταθμοδοσία (stathmodosía)
  • σταθμοδοτέω (stathmodotéō)
  • σταθμοδότης (stathmodótēs)
  • σταθμόνδε (stathmónde)
  • σταθμόομαι (stathmóomai)
  • σταθμοῦχος (stathmoûkhos)
  • σταθμώδης (stathmṓdēs)
  • σταθμών (stathmṓn)
  • σύσταθμος (sústathmos)
  • τρίσταθμος (trístathmos)
  • χρυσόσταθμος (khrusóstathmos)

Descendants

  • Greek: σταθμός (stathmós)

Further reading

Greek

Etymology

From Ancient Greek σταθμός (stathmós), from Proto-Indo-European *sth₂-dʰ-mós.

Pronunciation

  • IPA(key): /staθˈmos/

Noun

σταθμός • (stathmós) m (plural σταθμοί)

  1. (transport) station, terminus, terminal (bus, railway)
    σταθμός λεωφορείωνstathmós leoforeíonbus station
    σιδηροδρομικός σταθμόςsidirodromikós stathmósrailway station
  2. station, facility, centre
    παιδικός σταθμόςpaidikós stathmóskindergarten
    βρεφονηπιακός σταθμόςvrefonipiakós stathmósnursery
    ραδιοφωνικός σταθμόςradiofonikós stathmósradio station
    τηλεοπτικός σταθμόςtileoptikós stathmóstelevision station
    σταθμός πρώτων βοηθειώνstathmós próton voïtheiónfirst aid station
    πυροσβεστικός σταθμόςpyrosvestikós stathmósfire station
    σταθμός χωροφυλακήςstathmós chorofylakíspolice station

Declension

Coordinate terms

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.