συστατικό
Greek
Declension
declension of συστατικό
case \ number | singular | plural |
---|---|---|
nominative | συστατικό • | συστατικά • |
genitive | συστατικού • | συστατικών • |
accusative | συστατικό • | συστατικά • |
vocative | συστατικό • | συστατικά • |
Adjective
συστατικό • (systatikó)
- Accusative masculine singular form of συστατικός (systatikós).
- Nominative, accusative and vocative neuter singular form of συστατικός (systatikós).
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.