mãrcat
Aromanian
Alternative forms
Synonyms
- yeaurti
Derived terms
References
- Καραποτόσογλου, Κώστας (1982) “Δυσετυμολόγητες ποντιακές λέξεις”, in Αρχείον Πόντου (in Greek), volume 37, Athens: Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, § 107, pages 222–223
Further reading
- mãrcat in DIXI online - Dictsiunar a limbãljei armãneascã (Dictionary of the Aromanian language)
- Nikolaḯdis, K. (1909) “μᾶρκάτου”, in Ετυμολογικόν λεξικόν της Κουτσοβλαχικής γλώσσης [Etymologikón lexikón tis Koutsovlachikís glóssis] (in Greek), Athens: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου [Týpois P. D. Sakellaríou], page 280, unaware of the correct origin
- Τομπαΐδης, Δ. Ε., Συμεωνίδης, Χ. Π. (2002) “μακάρτιν”, in Συμπλήρωμα στο Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντικής Διαλέκτου του Α. Α. Παπαδόπουλου (Παράρτημα περιοδικού «Αρχείον Πόντου»; 23) (in Greek), Athens: Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, page 117
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.