γαλατάδικο
Greek
Pronunciation
- IPA(key): /ɣa.laˈta.ði.ko/
Declension
declension of γαλατάδικο
case \ number | singular | plural |
---|---|---|
nominative | γαλατάδικο • | γαλατάδικα • |
genitive | γαλατάδικου • | γαλατάδικων • |
accusative | γαλατάδικο • | γαλατάδικα • |
vocative | γαλατάδικο • | γαλατάδικα • |
Synonyms
- (dairy shop): γαλακτοπωλείο n (galaktopoleío)
Related terms
- see: γαλακτοκομείο n (galaktokomeío)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.