αρχικτηνίατρος
Greek
Noun
αρχικτηνίατρος • (archiktiníatros) m (plural αρχικτηνίατροι)
Declension
declension of αρχικτηνίατρος
case \ number | singular | plural | |
---|---|---|---|
nominative | αρχικτηνίατρος • | αρχικτηνίατροι • | |
genitive | αρχικτηνίατρου •, αρχικτηνιάτρου • | αρχικτηνίατρων •, αρχικτηνιάτρων • | |
accusative | αρχικτηνίατρο • | αρχικτηνίατρους •, αρχικτηνιάτρους • | |
vocative | αρχικτηνίατρε • | αρχικτηνίατροι • | |
Second forms are formal. |
Related terms
- see: κτηνίατρος m (ktiníatros, “vet”) and κτήνος m (ktínos, “animal”)
Further reading
- Κτηνίατρος on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
- αρχικτηνίατρος - Λεξικό της κοινής νεοελληνικής [Dictionary of Standard Modern Greek], 1998, by the "Triantafyllidis" Foundation.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.