αμερικανικός κοκκινολαίμης

Greek

Noun

αμερικανικός κοκκινολαίμης • (amerikanikós kokkinolaímis) n (plural αμερικανικοί κοκκινολαίμηδες)

  1. Turdus migratorius: the American robin

Declension

see: αμερικανικός (amerikanikós) and κοκκινολαίμης (kokkinolaímis)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.